ΑΣΥΡΤΙΚΟ
ΕΚΠΛΗΚΤΙΚΗ, ΠΟΛΥΔΥΝΑΜΗ, ΛΕΥΚΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΙΚΙΛΙΑ. ΕΙΝΑΙ ΖΩΗΡΟ, ΕΥΡΩΣΤΟ, ΓΟΝΙΜΟ, ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟ, ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ΑΝΘΕΚΤΙΚΟ ΣΤΙΣ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΞΗΡΑΣΙΑ. ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΠΡΟΣΑΡΜΟΣΤΕΙ ΣΕ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟΥΣ ΤΥΠΟΥΣ ΕΔΑΦΟΚΛΙΜΑΤΙΚΩΝ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΔΙΑΤΗΡΩΝΤΑΣ ΤΙΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΟΥ.
ΞΕΚΙΝΑ ΤΗ ΒΛΑΣΤΗΣΗ ΣΤΑ ΤΕΛΗ ΤΟΥ ΜΑΡΤΗ ΚΑΙ ΩΡΙΜΑΖΕΙ ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΔΕΚΑ ΠΕΝΘΗΜΕΡΟ ΤΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ. ΚΑΘΕ ΚΑΡΠΟΦΟΡΑ ΚΛΗΜΑΤΙΔΑ ΦΕΡΝΕΙ 2 ΣΤΑΦΥΛΙΑ ΜΕΤΡΙΑ ΕΩΣ ΜΕΓΑΛΑ 350gr.
ΡΑΓΕΣ ΜΕ ΦΛΟΙΟ ΜΕΤΡΙΟΥ ΠΑΧΟΥΣ, ΔΙΑΦΑΝΟ, ΚΙΤΡΙΝΟΧΡΥΣΟΥ ΧΡΩΜΑΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΣΑΡΚΑ ΕΥΧΥΜΗ, ΜΑΛΑΚΙΑ, ΜΕ ΕΥΧΑΡΙΣΤΑ ΥΠΟΞΙΝΗ ΓΕΥΣΗ.
ΚΡΑΣΙ ΥΨΗΛΟΥ ΑΛΚΟΟΛΙΣΜΟΥ, ΥΨΗΛΗΣ ΟΞΥΤΗΤΑΣ, ΣΠΑΝΙΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΓΙΑ ΛΕΥΚΟ ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΟ ΟΙΝΟ. ΕΥΧΑΡΙΣΤΟ ΑΡΩΜΑ, ΑΛΛΑ ΟΞΕΙΔΩΝΕΤΑΙ ΕΥΚΟΛΑ, ΓΙ ΑΥΤΟ ΘΕΛΕΙ ΙΔΙΑΙΤΕΡΗ ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΤΗΝ ΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ.
Απαιτήσεις σε έδαφος:
Τα σχετικά πλούσια σε άργιλο εδάφη θεωρούνται κατάλληλα για την παραγωγή κόκκινου κρασιού και τα ελαφρά για την καλλιέργεια πρώιμων επιτραπέζιων ποικιλιών. Ωστόσο τις ευνοϊκότερες συνθήκες ανάπτυξης προσφέρουν τα μέσης σύστασης εδάφη. Το αμπέλι συμπεριφέρεται κανονικά σε εδαφικό pH μεταξύ 5,5 και 8,5. Το πλέον ευνοϊκό pH για την καλλιέργειά του είναι μεταξύ 6,5 και 7,5.
Σημαντικό στοιχείο για την καλλιέργεια του αμπελιού αποτελεί η περιεκτικότητα του εδάφους σε ενεργό ασβέστιο.
Ανάλογα με την περιεκτικότητά του σε αυτό το στοιχείο γίνεται και η επιλογή του κατάλληλου υποκειμένου (π.χ. σε 0-14% ενεργό ασβέστιο αντέχουν τα υποκείμενα 110 R και SO4, ενώ σε ενεργό ασβέστιο πάνω από 40% αντέχει το υποκείμενο Fercal). Τα όρια αντοχής του αμπελιού στην αλατότητα του εδάφους είναι 4-10 mS/cm και τα όρια της ηλεκτρικής αγωγιμότητας του αρδευτικού νερού είναι 1400-2100 μS/cm (ανάλογα με τη μηχανική σύσταση του εδάφους. Σχετικά με την οργανική ουσία του εδάφους θεωρείται ότι για την παραγωγή κρασιών ανώτερης ποιότητας, αυτή πρέπει να είναι μεταξύ 1-2%, ενώ για τα κοινά κρασιά μεταξύ 2-3%.
Ενδεικτική λίπανση κατά τα πρώτα έτη της εγκατάστασης των πρέμνων
Πριν την εγκατάσταση των πρέμνων: Ανάλογα με τα αποτελέσματα της εδαφολογικής ανάλυσης συνήθως συστήνεται 1-4 τόνοι χωνεμένης κοπριάς στο στρέμμα, 0-40 kg P2O5/στρ. και 30-90 kg Κ2Ο/στρ. Η υψηλή δόση καλίου αναφέρεται σε περιπτώσεις μεγάλων ελλείψεων από το έδαφος.
Νεαρά πρέμνα. Εφόσον έχει γίνει μία καλή βασική λίπανση κατά την εγκατάσταση των πρέμνων, για μια περίοδο 3-5 ετών και ίσως παραπάνω, δεν υπάρχει ανάγκη για τη χορήγηση φωσφοροκαλιούχων λιπασμάτων. Όσον αφορά το άζωτο σ’ αυτή την πρώτη περίοδο ανά-
πτυξης των πρέμνων απαιτείται κατ’ έτος μια ποσότητα της τάξης των 10-15 μονάδων ανά στρέμμα.
Ενδεικτική λίπανση σε παραγωγικά πρέμνα
Χρόνος εφαρμογής: Γενικά, συνιστάται μία βασική λίπανση το χειμώνα κατά την οποία θα προστεθούν το σύνολο των ποσοτήτων σε φωσφόρο, πιθανώς και σε κάλιο και όλο ή μέρος του αζώτου (αυτή την περίοδο όλο το άζωτο παρέχεται σε ξηρικούς αμπελώνες). Το κά-
λιο (στη μορφή θειικού καλίου) θα πρέπει να χορηγείται κατά τον Ιανουάριο στα βαρύτερα εδάφη και κατά το τέλος Φεβρουαρίου στα ελαφρότερα. Σε σταφιδοποιήσιμες ποικιλίες και σε επιτραπέζιους εντατικούς αμπελώνες, λόγω του αυξημένου φορτίου και των πρόσθετων
αναγκών που δημιουργούνται από τις επεμβάσεις με φυτορυθμιστικές ουσίες, καλό είναι να δίνεται μετά την καρπόδεση ένα μέρος του καλίου και του φωσφόρου. Ο φώσφορος συνήθως δίνεται μαζί με το κάλιο ανά 2-3 έτη. Το άζωτο χορηγείται κατά το τέλος χειμώνα (πριν
τη διόγκωση των οφθαλμών) σε αμμωνιακή μορφή (π.χ. θειική αμμωνία) καθώς και λίγο μετά την έκπτυξη των οφθαλμών, ιδιαίτερα σε αμμώδη εδάφη, ως νιτρική μορφή (νιτρική αμμωνία ή ασβεστούχος νιτρική αμμωνία, ανάλογα με το pH του εδάφους). Τονίζεται ότι κατά
την ωρίμανση δεν θα πρέπει να υπάρχει πολύ άζωτο διαθέσιμο στα πρέμνα γιατί θα έχει δυσμενείς επιπτώσεις στην ποιότητα. Η οργανική ουσία (π.χ. κοπριά) προστίθεται κάθε 4-5 χρόνια το φθινόπωρο ή νωρίς το χειμώνα.
Τρόπος εφαρμογής: Το άζωτο διασκορπίζεται στην επιφάνεια του εδάφους και γίνεται ελαφρό παράχωμα με φρέζα όταν χορηγηθεί αργά το χειμώνα ως θειική αμμωνία. Κατά τις αρχές της άνοιξης το άζωτο ως νιτρικό δεν απαιτεί παράχωμα και ενσωματώνεται με τις βροχές
ή με ελαφριά άρδευση. Το κάλιο μαζί με το φώσφορο συνήθως τοποθετούνται βαθιά (20-30 εκ.) σε αυλάκι που ανοίγεται με μονόϋνο άροτρο στο μεταξύ των γραμμών διάστημα. Για την αποφυγή σοβαρών ζημιών στο ριζικό σύστημα συνιστάται η προγραμματισμένη ανά διετία φωσφοροκαλιούχα λίπανση να γίνεται με εκ περιτροπής ετήσια εφαρμογή γραμμή παρά γραμμή. Δηλαδή λίπανση τον ένα χρόνο στη μία πλευρά της γραμμής και τον επόμενο στην άλλη. Η εφαρμογή της κοπριάς γίνεται όπως και με τα φωσφοροκαλιούχα λιπάσματα. Υπάρ-
χει και η δυνατότητα υδρολίπανσης η οποία συνιστάται όταν η άρδευση γίνεται με σταγόνες.
Συνιστώμενες ποσότητες Ν: Τις μικρότερες ανάγκες σε άζωτο παρουσιάζουν οι οινοποιήσιμες ποικιλίες και ακολουθούν οι σταφιδοποιήσιμες και τέλος οι επιτραπέζιες. Επιπλέον οι αρδευόμενοι αμπελώνες παρουσιάζουν υψηλότερες ανάγκες σε σχέση με τους ξηρι-
κούς. Ανάλογα με την παραγωγική κατεύθυνση και την ύπαρξη ή μη άρδευσης η συνολική ποσότητα μπορεί να κυμανθεί περίπου από 8 kg N/στρ. σε ξηρικές οινοποιήσιμες ποικιλίες έως 20 kg ή και περισσότερο σε αρδευόμενες επιτραπέζιες ποικιλίες.
Συνιστώμενες ποσότητες Ρ: Κατά μέσο όρο και σύμφωνα με τις ανάγκες των πρέμνων χορηγούνται κάθε έτος 6-8 kg P2
O5/στρ.Συνιστώμενες ποσότητες Κ: Έχει διαπιστωθεί ότι μια σχέση N:P:K = 2:1:3 ευνοεί την αύξηση της παραγωγής, μια άλλη 0,5:1:1 τη συγκέντρωση σακχάρων, ενώ η 1,5:1:1,5 την οξύτητα. Το κάλιο χορηγείται συνήθως ανά 2-3 χρόνια σε ποσότητα 18-24 kg K2O/στρ.
Άλλα στοιχεία: Το Mg, λόγω των συχνών ελλείψεων και της μερικής επάρκειας του στοιχείου αυτού στα ελληνι-κά εδάφη, πρέπει να παρέχεται σε ετήσια βάση. Το Ca αν και απορροφάται σε μεγάλες ποσότητες από τα φυτά, εντούτοις λόγω της επάρκειάς του στην πλειοψηφία των αμπελουργικών ζωνών, σπάνια αποτελεί περιοριστικό παράγοντα για την αμπελοκαλλιέργεια, και προστίθεται μόνο στην περίπτωση που οι διαθέσιμες ποσότητες στο έδαφος είναι μικρές ή όταν ειδικοί παράγοντες της καλλιέργειας το επιβάλλουν (αποφυγή απορραγισμού και μαλακώματος στην επιτραπέζια σουλτανίνα).Οι ανάγκες σε S καλύπτονται έμμεσα επειδή περιέχεται στην ατμόσφαιρα και στην πλειοψηφία των λιπασμάτων θειικού καλίου και αμμωνίου που χρησιμοποιούνται.Τα ιχνοστοιχεία Fe, B, Zn στα οποία το αμπέλι παρουσιάζει συχνότερα ελλείψεις πρέπει να προστίθενται, τόσο από το έδαφος όσο και διαφυλλικά, ειδικά στις περιπτώσεις που υπάρχει ιστορικό τροφοπενιών αλλά και στους αμπελώνες που επιδιώκονται υψηλές αποδόσεις και ποιοτικό προϊόν όπως οι σταφιδοποιήσιμες και επιτραπέζιες ποικιλίες .Τα ιχνοστοιχεία Mn, Cu, Mo, προστίθενταιστην περίπτωση που τα αποθέματά τους στο έδαφος δεν είναι επαρκή ή δεν γίνονται εύκολα αφομοιώσιμα από τα φυτά.