ΡΟΔΑΚΙΝΙΑ ΡΙΤΣ ΜΕΙ (RICH MAY)
Υβρίδιο από τις ΗΠΑ , με καλή παραγωγικότητα, αν τη χειριστούμε σωστά.
Ωριμάζει 35 μέρες πρίν από τη Ρεντ Χάβεν.
Δέντρο ζωηρό (λαίμαργο), για αυτό χρειάζεται ιδιαίτερο χειρισμό στο κλάδεμα.
Καρπός με καλό μέγεθος για την εποχή και κακή γέυση.
Προζοχή στη συγκομιδή.
Να μην μαζέυεται πρίν το σωστό χρόνο , για να μην υποβαθμιστεί η ποιότητα του καρπού.
Εισέρχεται σε αξιόλογη καρποφορία από το 2ο-4ο έτος της ηλικίας της , η δε παραγωγική της ζωή είναι 15-20 χρόνια. Οι περισσότερες ποικιλίες είναι αυτογόνιμες και για αυτό δεν υπάρχει πρόβλημα επικονίασης στον οπωρώνα. Χρειάζεται αρκετό χειμερινό ψύχος για την διακοπή του λήθαργου των οφθαλμών. Περιοχές με ζεστό καλοκαίρι παράγουν ποιοτικούς καρπούς. η ροδακινιά έχει προτίμηση σε αμμοπηλώδη στραγγιζόμενα εδάφη και πτωχά σε ανθρακικά ασβέστιο.
Ενδεικτική λίπανση κατά τα πρώτα έτη της εγκατά-στασης των δένδρων:
Κατά την εγκατάσταση του οπωρώνα: Κατά τη φύτευση των δένδρων είναι σκόπιμο να μην χρησιμοποιούνται αζωτούχα λιπάσματα. Αυτά θα πρέπει να δίνονται μετά την έναρξη της βλάστησης και μέχρι τα μέσα καλοκαιριού. Όσον αφορά το φώσφορο και το κάλιο, συνή-
θως όταν υπάρχει ανεπάρκεια γίνεται ενσωμάτωση στο έδαφος και ειδικά για το φώσφορο σε βάθος τουλάχιστον 25 εκ. λίγο πριν τη φύτευση. Η ποσότητα αυτών των στοιχείων που θα χρησιμοποιηθεί εξαρτάται από τα στοιχεία της ανάλυσης του εδάφους.
Δένδρα μέχρι το 5ο έτος (μέχρι την έναρξη της καρποφορίας): Αν θεωρήσουμε το τέταρτο έτος σαν αρχή ουσιαστικής καρποφορίας και το έκτο σαν το έτος της πλήρους καρποφορίας, τότε η ποσότητα του αζώτουπου θα δεχθεί κάθε δένδρο στα διάφορα έτη είναι περίπου: α) 70 γρ./δένδρο το 1ο έτος, β) 140 γρ./δένδρο το 2ο έτος, γ) 210 γρ./δένδρο το 3ο έτος, δ) 470 γρ./δένδρο το 4ο
έτος και ε) 730 γρ./δένδρο το 5ο έτος.
Ενδεικτική λίπανση σε παραγωγικά δένδρα
Χρόνος εφαρμογής: Οι φωσφοροκαλιούχες λιπάνσεις γίνονται συνήθως Νοέμβριο – Δεκέμβριο ή και μέχρι αρχές της άνοιξης. Όσον αφορά το άζωτο μπορεί να χορηγηθεί από τις αρχές έως τα μέσα Φεβρουαρίου ή και κατά την καρπόδεση εφόσον απαιτηθεί. Όταν επιδιώκε-
ται η πρωίμηση της παραγωγής θα πρέπει να αποφεύγεται η αζωτούχος λίπανση μετά την άνθηση.
Τρόπος εφαρμογής: Όταν η αντιμετώπιση των ζιζανίων γίνεται με καλλιέργεια του εδάφους (άροση – φρεζάρισμα) ταυτόχρονα μπορεί να γίνει και η ενσωμάτωση των λιπασμάτων. Συνήθως η διασπορά των λιπασμάτωνγίνεται κάτω από την κόμη των δένδρων. Τα φωσφοροκαλιούχα λιπάσματα μπορούν να ενσωματωθούν και σε αυλάκια (βάθους 20-25 εκ.) που ανοίγονται στις δύο πλευρές της κόμης των δένδρων και τα οποία εφάπτονται στο περίγραμμα της κόμης. Σε αρδευόμενους οπωρώνες υπάρχει δυνατότητα τα λιπάσματα να πα-
ρέχονται μαζί με την άρδευση (υδρολίπανση). Τόσο το άζωτο, όσο και ο φώσφορος (τα τελευταία χρόνια με
χρήση ειδικών σκευασμάτων) μπορούν να χορηγηθούν και με διαφυλλικούς ψεκασμούς.
Συνιστώμενες ποσότητες Ν: Συνήθως εφαρμόζεται μέχρι 1 kg N/δένδρο συνολικά για όλη την καλλιεργητική περίοδο. Τονίζεται ότι πρέπει να είναι περιορισμένη η ποσότητα του αζώτου που χορηγείται σε ποικιλίες που έχουν τάση για καρπόπτωση πριν από τη συγκομιδή, όπως π.χ. σε πολλές λευκόσαρκες και σχεδόν σε όλες τις συμπύρηνες, καθώς και σ’ αυτές που έχουν τάση για γρήγορο μαλάκωμα της σάρκας. Σε δένδρα που έχουν τάση δημιουργίας λαίμαργων η αζωτούχος λίπανση και ιδίως η νιτρική, πρέπει να περιορίζεται (ακόμη και να μηδενίζεται), προκείμενου να επέλθει η απαραίτητη ισορροπία μεταξύ βλάστησης και καρποφορίας. Το άζωτο στις αρχές Φεβρουαρίου δίνεται ως αμμωνιακό (π.χ.θειική αμμωνία) με παράχωμα ή ως νιτρικό στα μέσα Φεβρουαρίου και στις επόμενες εφαρμογές. Τις περισσότερες
φορές το 50-70% της συνολικής ποσότητας του αζώτου δίνεται ως βασική λίπανση μαζί με το φώσφορο και το κάλιο και το υπόλοιπο σε 1-2 επιφανειακές λιπάνσεις.
Συνιστώμενες ποσότητες Ρ: Συστήνονται μέχρι 0,2 μονάδες Ρ/δένδρο. Η προσθήκη φωσφόρου σε δένδρα που είναι σε πλήρη καρποφορία δεν είναι συνήθως απαραίτητη κάθε χρόνο (συνήθως ανά διετία ή και περισ-
σότερο). Η προσθήκη του φωσφόρου πρέπει να γίνεταιμε προσοχή γιατί μπορεί να προκύψουν ανεπιθύμητες παρενέργειες, όπως είναι κυρίως η χλώρωση σιδήρου, καθώς και η ανεπάρκεια ψευδαργύρου (ιδίως στα εδάφη με υψηλό pH). Όσον αφορά το χρόνο χορήγησης του
φωσφόρου επισημαίνεται ότι μπορεί να γίνει, εκτός από το φθινόπωρο και στα τέλη χειμώνα ή ακόμη και στις αρχές της άνοιξης, εφόσον χρησιμοποιηθούν ευδιάλυτα φωσφορικά λιπάσματα. Τέτοια λιπάσματα περιλαμβάνουν τον Ρ κυρίως σε μορφή φωσφορικού μονασβεστί-
ου.
Συνιστώμενες ποσότητες Κ: Πολύ καθοριστική σχέση όσον αφορά την κανονική καρποφορία των δένδρων είναι ο λόγος Ν/Κ στα φύλλα. Στη ροδακινιά οι ιδανικές τιμές αυτού του λόγου κυμαίνονται μεταξύ 1,50 και 1,70. Όταν το κάλιο εφαρμόζεται κάθε χρόνο συνιστάται
η μισή ποσότητα από εκείνη του αζώτου. Όσον αφοράτα καλιούχα λιπάσματα το θειικό κάλιο προσλαμβάνεται καλύτερα όταν τοποθετείται σε βάθος. Το νιτρικό κάλιο φαίνεται ότι δεν χρειάζεται τοποθέτηση σε βάθος και η πρόσληψή του από τα δένδρα γίνεται γρηγορότερα. Για
το λόγο αυτό ενώ το θειικό κάλιο πρέπει να τοποθετείται στις αρχές ή το πολύ στα μέσα του χειμώνα, το νιτρικό
κάλιο μπορεί να χρησιμοποιηθεί στις αρχές της άνοιξης ή και λίγο αργότερα, προκειμένου να μη χαθεί και το
νιτρικό άζωτο που περιέχει. Η κρυσταλλική μορφή του νιτρικού καλίου χρησιμοποιείται κυρίως για ψεκασμούς
με συγκέντρωση 0,5-0,7%, τόσο κατά την άνοιξη, όσο και κατά το φθινόπωρο.
Άλλα στοιχεία: Σε ελαφρά χαλικώδη εδάφη μπορεί να εμφανιστεί ανεπάρκεια μαγγανίου η οποία αντιμετωπίζεται με 2-3 ανοιξιάτικους ψεκασμούς με θειικό μαγγάνιο. Αυτή όμως η συγκέντρωση του θειικού μαγγανίου μπορεί να βλάψει τη νεκταρινιά, γι’ αυτό σε αυτά τα
δένδρα χρησιμοποιούνται αλλεπάλληλοι ανοιξιάτικοι ψεκασμοί με οργανομεταλλικά (χηλικά) σκευάσματα. Πολύ συχνή είναι και η εμφάνιση τροφοπενίας ψευδαργύρου, η οποία διορθώνεται με χειμερινό ψεκασμό των δένδρων (λίγο πριν τη διόγκωση των οφθαλμών) με 3%
θειικό ψευδάργυρο. Ο ψεκασμός αυτός δεν πρέπει να γίνεται σε φρεσκοκλαδεμένα δένδρα (να έχουν περάσει τουλάχιστον 15 ημέρες) και να απέχει από ψεκασμούς με λάδια κατά ένα μήνα πριν ή μετά. Σε αρκετές περιπτώσεις μπορεί να εμφανιστεί και τροφοπενία σιδήρου
η οποία αντιμετωπίζεται κυρίως με την προσθήκη στο έδαφος χηλικών ενώσεων σιδήρου.