Στην καλλιέργεια της ελιάς, αμέσως μετά την διαδικασία της εγκατάστασης, η πιο παρεμβατική πρακτική είναι το κλάδεμα. Οι γνώσεις που απαιτούνται είναι ιδιαίτερες, καθώς πρόκειται για μια πολύπλοκη πρακτική. Ο καλλιεργητής πρέπει να γνωρίζει τα χαρακτηριστικά της ποικιλίας του, τα εδαφοκλιματικά στοιχεία της περιοχής του, την εικόνα του χωραφιού του, αλλά και να έχει προετοιμάσει το σύστημα της διαχείρισης του ελαιώνα του.
Η ελιά, όπως και όλα τα καρποφόρα δέντρα, αντιδρά θετικά στο κλάδεμα όταν αυτό γίνεται σωστά. Η διαδικασία αυτή είναι αναγκαία για να πετύχουμε την ισορροπία μεταξύ της βλάστησης και της καρποφορίας.
Με το κλάδεμα αποσκοπούμε:
- στη δημιουργία ισχυρού κορμού και σκελετού κόμης, για να μπορέσει το δένδρο να αντέξει σε μεγάλο φορτίο και ισχυρούς ανέμους
- στην απολαβή ικανοποιητικών, ποσοτικά και ποιοτικά, σοδειών με την προτροπή παραγωγής νέου καρποφόρου ξύλου
- στη συγκέντρωση της καρποφορίας σε κλάδους που εκτίθενται στο άπλετο φως, για καλύτερη και ομοιόμορφη ωρίμανση των καρπών.
- στη διευκόλυνση της συγκομιδής και εφαρμογής των προγραμμάτων φυτοπροστασίας
- στη μείωση της τάσης του δένδρου για παρενιαυτοφορία
- στην παράταση της παραγωγικής ζωής του ελαιώνα
Υπάρχουν τέσσερα είδη κλαδέματος:
- το κλάδεμα μορφώσεως
- το κλάδεμα καρποφορίας
- το κλάδεμα ανανεώσεως
- το κλάδεμα αναγεννήσεως
Κλάδεμα μορφώσεως
Τα νεαρά δενδρύλλια φυτεύονται χωρίς να υποστούν κάποιο κλάδεμα. Κατά την πρώτη βλαστική περίοδο αφήνονται τρεις πλάγιοι βλαστοί, σε ύψος 30-60 εκ. από το έδαφος, καλά κατανεμημένοι γύρω από τον κορμό τους. Οι υπόλοιποι βλαστοί και κυρίως οι παραφυάδες αφαιρούνται.
Κατά τη δεύτερη, τρίτη και τέταρτη βλαστική περίοδο αφαιρούνται μόνον οι παραφυάδες και οι λαίμαργοι, που εκπτύσσονται από τη βάση του κορμού του δένδρου και οι βλαστοί ή κλάδοι που βρίσκονται σε μη κατάλληλες θέσεις. Το κλάδεμα πρέπει να είναι ελαφρό, γιατί το αυστηρό κλάδεμα καθυστερεί την είσοδο των δένδρων σε καρποφορία.
Κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής των δέντρων ή δεν πρέπει να αφαιρείται καθόλου βλάστηση από το κορυφαίο τμήμα της κόμης τους ή αν και αφαιρείται να είναι ελάχιστη.
Όπως και στην περίπτωση των άλλων δένδρων το σχήμα διαμόρφωσης, εξαρτάται από το αποτέλεσμα που θέλουμε να πάρουμε και το οποίο βασίζεται σε αυστηρούς οικονομικούς κανόνες και στην προσεκτική αξιολόγηση της επίδρασης κάθε παρέμβασης που γίνεται στην τελική και ποσοτική παραγωγή. Για τη χώρα μας επικρατέστερα σχήματα είναι το ανοιχτό κύπελλο, το πολυκωνικό, το κυλινδρικό και το σφαιρικό.
Οι διαμορφώσεις των δένδρων ανάλογα με τη μέθοδο συλλογής που θα εφαρμοσθεί μπορούν να χωριστούν σε τρεις κατηγορίες:
- εκείνες που γίνονται σε δένδρα που είναι κατάλληλα για συγκομιδή με το χέρι
- εκείνες για μηχανική συγκομιδή με δονητές κορμού και βραχιόνων
- εκείνες που είναι κατάλληλες για μηχανές συλλογής πάνω από τις σειρές φύτευσης
Μεταξύ των διαφόρων σχημάτων αυτό του μονόκορμου ελεύθερου θάμνου με χαμηλά τις διακλαδώσεις φαίνεται να είναι το απλούστερο και καταλληλότερο επειδή δεν απαιτεί ιδιαίτερες γνώσεις κλαδέματος και επεκράτησε στις νέες φυτείες στη χώρα μας.
Σχήματα κατάλληλα για μηχανική συγκομιδή με δονητές είναι:
– ανοιχτού κέντρου (κυπελλοειδή)
– με κατακόρυφη ανάπτυξη (μονοκωνικά)
Και στις δυο περιπτώσεις απόσταση 1 μέτρο από τη βάση του δένδρου στον κεντρικό κορμό, αφήνεται ελεύθερη ώστε να είναι δυνατή η προσαρμογή της δονητικής κεφαλής του μηχανήματος.
Κλάδεμα καρποφορίας
Η ελιά καρποφορεί πλάγια σε ξύλο της προηγούμενης βλαστικής περιόδου, ειδικά σε κλαδιά που φτάνουν τα 20-50εκ. Επομένως η καρποφόρα επιφάνεια βρίσκεται σε μια ημισφαιρική ζώνη, που περιβάλλει την περιφέρεια του δένδρου σε βάθος 60-90 εκ. Λίγοι καρποί παράγονται πιο εσωτερικά από τη ζώνη αυτή, κοντά στους βραχίονες ή στον κορμό του δένδρου.
Τα πιο μεγάλα κλαδιά έχουν αυξητικό χαρακτήρα και στερούνται ανθοφορίας. Τα μικρά κλαδιά, συχνά φανερώνουν την ελλιπή ανάπτυξη του δένδρου και κατά συνέπεια παράγουν μικρό αριθμό ανθέων, ειδικά αν αναπτυχθούν στη διάρκεια μιας καλής παραγωγικής χρονιάς. Για μια ικανοποιητική παραγωγή το κλάδεμα πρέπει να είναι τέτοιο, που να εξασφαλίζει τη συνεχή παραγωγή νέας καρποφόρας βλάστησης και να διατηρεί την καρποφόρα βλαστική ζώνη ζωηρή και πλούσια σε φύλλωμα. Αυτό όμως είναι αδύνατο, αν τα δένδρα είναι πυκνοφυτεμένα, γιατί η υπερβολική σκίαση περιορίζει την καρποφόρα επιφάνεια κυρίως προς την κορυφή της κόμης του δένδρου. Σε μια τέτοια περίπτωση η παραγωγή είναι μειωμένη. Αν όμως αποκόψουμε την κορυφή της κόμης του δένδρου για να διευκολύνουμε την είσοδο του ηλιακού φωτός προς το κέντρο και τα άλλα τμήματα του δένδρου, το πρόβλημα δεν λύνεται, γιατί η επέμβαση αυτή απλά μετατοπίζει την καρποφόρα βλάστηση ενός τμήματος της κόμης σε κάποιο άλλο.
Το πιο παραγωγικό τμήμα του ελαιοδένδρου είναι η επιφάνεια της κόμης προς την κορυφή του, μετά έρχεται η εξωτερική πλευρική επιφάνεια και ακολουθεί η εσωτερική πλευρική επιφάνεια. Πιο συγκεκριμένα από κάποιους ερευνητές (Ortega-Nieto) αναφέρεται ότι 100 ελαιόκαρποι από κάθε μια περίπτωση ζυγίζουν 328, 270, 245 γραμμάρια αντίστοιχα, ενώ η αντίστοιχη περιεκτικότητά τους σε λάδι είναι 26%, 24% και 22%. (βλέπε σχήμα 1)
Σχήμα 1: Βάρος 100 καρπών από διάφορα μέρη της κόμης του ελαιοδένδρου και η ελαιοπεριεκτικότητα τους
Τα ενήλικα παραγωγικά δένδρα πρέπει να κλαδεύονται κάθε χρόνο μέτρια, γιατί:
(α) το κλάδεμα ευνοεί την παραγωγή νέας καρποφορίας βλαστήσεως
(β) με το κλάδεμα αφαιρείται όλη η ξερή βλάστηση, που είναι αποτέλεσμα της σκιάσεως και η οποία δυσκολεύει τη συγκομιδή και την καταπολέμηση των παρασίτων της ελιάς και
(γ) με το κλάδεμα περιορίζονται οι διαστάσεις της κόμης των δένδρων και αυξάνεται ο φωτισμός αυτής, που κρίνεται απαραίτητος για μια ικανοποιητική παραγωγή
Κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης του δένδρου και κατά την αρχή της καρποφορίας, πρέπει να υπάρχει καλός φωτισμός και η αυξητική δραστηριότητα υπερισχύει της παραγωγής. Σε αυτή την φάση το κλάδεμα θα πρέπει να είναι ελαφρύ και διακριτικό. Στη φάση της πλήρους καρποφορίας το φυτό τείνει να μειώνει τη βλαστική του δραστηριότητα και να ευνοεί την καρποφορία. Οπότε θα πρέπει να είναι πιο αυστηρό στα μεγαλύτερα και εξασθενημένα δένδρα με σκοπό τη δημιουργία νέων κλάδων.
Επειδή όμως το κόστος συλλογής των καρπών είναι αρκετά υψηλό, τα δένδρα πρέπει να διατηρούνται σε σχετικά χαμηλό ύψος, γιατί έτσι διευκολύνεται η συλλογή. Ένα ελαφρύ κλάδεμα μπορεί να διατηρήσει την καρποφόρα επιφάνεια της κορυφής της κόμης των δένδρων σε ύψος 4,5-5,5 μέτρα από το έδαφος. Αυτό πρέπει να αποσκοπεί στην αφαίρεση ή σύντμηση της ορθόκλαδης βλάστησης στο κέντρο της κόμης του δένδρου, η οποία θεωρείται υπεύθυνη για την αύξηση του ύψους της επάκριας καρποφόρας επιφάνειας της κόμης των δένδρων.
Κατά το κλάδεμα των ποδιών του ελαιοδένδρου αφαιρείται η βλάστηση που βρίσκεται στο κάτω μέρος αυτών, η οποία έχει επανειλημμένα καρποφορήσει και αρχίζει να ξεραίνεται, λόγω σκίασης από την υπερκείμενη βλάστηση.
Πρέπει να έχουμε υπόψη μας, ότι το κλάδεμα δεν αυξάνει την παραγωγή σε ελαιώνες που είναι πολύ πυκνοφυτεμένοι. Σε τέτοιες περιπτώσεις ενδείκνυται, η εκρίζωση μερικών δένδρων για να αυξηθεί ο φωτισμός και κατά συνέπεια και η παραγωγή των ελαιώνων.
Αυστηρό κλάδεμα ενδείκνυται κατ’ αραιά χρονικά διαστήματα μόνο στις ποικιλίες εκείνες που αποκτούν μεγάλο μέγεθος, όπου η συλλογή των καρπών είναι δύσκολη.
Κλάδεμα ανανεώσεως
Πραγματοποιούμε βαρύ κλάδεμα κρατώντας μέρος της κόμης ή τον βασικό σκελετό του δέντρου. Η επιλογή των τομών που θα κάνουμε εξαρτάται από τη συνολική εικόνα του δέντρου και συγκεκριμένα από το ύψος διασταύρωσης των βραχιόνων, από την κλίση τους, από την ποιότητα της βλάστησης και άλλους παράγοντες. Γενικά, μπορούμε να καρατομήσουμε τους βραχίονες και να έχουμε γρήγορη αναβλάστηση και ανάκαμψη της παραγωγικότητας, κρατώντας τον σκελετό του δέντρου. Πρακτικά, το πιο πιθανό είναι να μην έχουμε ένα καλοσχηματισμένο σκελετό με τους βραχίονες που θέλουμε και να χρειαστεί να προσαρμόσουμε το κλάδεμα, κρατώντας μέρος των κλαδιών που μπορούν να αξιοποιηθούν και αφαιρώντας άλλα κλαδιά που δεν ταιριάζουν στο σχήμα που θέλουμε να δώσουμε στο δέντρο. Στην περίπτωση πολύ ψηλών δέντρων, μπορούμε να εφαρμόσουμε ένα σχέδιο σταδιακής ανανέωσης του δέντρου, κρατώντας τον χαμηλότερο βραχίονα με τη βλάστηση που φέρει και αφαιρώντας τους ψηλότερους βραχίονες, ώστε να χαμηλώσει το δέντρο και να ευνοήσουμε τη δημιουργία νέας βλάστησης χαμηλότερα. Σταδιακά, από τη νέα βλάστηση, διαμορφώνουμε το δέντρο επιλέγοντας τους κατάλληλους βραχίονες. Ανά πενταετία, μπορούμε να αφαιρούμε τον ψηλότερο βραχίονα για να επιτύχουμε σταδιακό χαμήλωμα του δέντρου, χωρίς κενές περιόδους από άποψη παραγωγής καρπού και ελαιολάδου.
Κλάδεμα αναγέννησης δέντρου
Το κλάδεμα αναγεννήσεως των ελαιοδένδρων μοιάζει με το κλάδεμα ανανεώσεως, αλλά είναι πιο αυστηρό. Εφαρμόζεται δε σε γηρασμένα δένδρα και αποσκοπεί σε πλήρη ανανέωση του σκελετού της κόμης των δένδρων με καρατομήσεις βραχιόνων σε απόσταση 20-30εκ. περίπου από το σημείο εκπτύξεώς τους επί του κορμού. Σε αυτόρριζα δένδρα η καρατόμηση μπορεί να γίνει και επί του κορμού σε ύψος, που καθορίζεται από τον ελαιοπαραγωγό λαμβανομένου υπόψη του τρόπου εδαφοκατεργασίας και το αν σημειώνονται παγετοί στην περιοχή του ελαιώνα. Όταν η εδαφοκατεργασία γίνεται με μηχανικά μέσα και σημειώνονται παγετοί στην περιοχή του ελαιώνα, τότε συνιστάται η καρατόμηση του κορμού να γίνεται όσο το δυνατό υψηλότερα. Κατ΄ αυτόν τον τρόπο η κόμη διαμορφώνεται σε ικανοποιητικό ύψος από το έδαφος, πράγμα που επιτρέπει την ελεύθερη διακίνηση των μηχανικών μέσων και την αποφυγή ζημιών αυτής από παγετό.
Τα αποτελέσματα είναι αρκετά ενδιαφέροντα και δείχνουν μέσα σε μια δεκαετία ή και λιγότερο (ανάλογα με την ποικιλία), ότι η παραγωγή των αναγεννημένων δένδρων είναι ίση με εκείνων στα οποία εφαρμόζονται συνηθισμένες καλλιεργητικές τεχνικές. Οι πιο πάνω επεμβάσεις για να είναι αποτελεσματικές, σε ότι αφορά την αναβλάστηση των ελαιοδένδρων, πρέπει να διενεργούνται σε ελαιόδενδρα που αναπτύσσονται σε εδάφη γόνιμα και με επαρκή υγρασία. Χρονικά δε οι επεμβάσεις αυτές πρέπει να εκτελούνται πριν από την έκπτυξη της νέας βλαστήσεως των δένδρων την άνοιξη. Τα καρατομηθέντα ελαιόδενδρα αναβλαστάνουν την άνοιξη.
Η νέα βλάστηση κατά τα τέλη του χειμώνα αραιώνεται και αφήνονται 3 έως 4 ισχυροί βλαστοί, που θα αποτελέσουν τους νέους βραχίονες του ελαιοδένδρου. Οι βλαστοί αυτοί, αν είναι αναγκαίο, κορυφολογούνται ελαφρά για να δώσουν πλάγια βλάστηση προκειμένου να διαμορφωθεί η νέα κόμη του ελαιοδένδρου. Τα ελαιόδενδρα, που δέχθηκαν τις προαναφερθείσες επεμβάσεις, αναπτύσσουν ικανοποιητικού μεγέθους κόμη και μπαίνουν σε παραγωγή κατά τον 3ο ή 4ο χρόνο από την επέμβαση, λόγω του ότι τα δένδρα διαθέτουν αναπτυγμένο ριζικό σύστημα. Η αναγέννηση των ελαιώνων μπορεί να γίνει δια μιας ή τμηματικά, στους δε ελαιώνες πυκνής φυτεύσεως αν η εκρίζωση κάποιων σειρών των δένδρων κρίνεται αναγκαία, λόγω εμφανίσεως συμπτωμάτων ακαρπίας, και ο ελαιοπαραγωγός για ψυχολογικούς λόγους δεν προβαίνει στην ενέργεια αυτή, συνίσταται τα ελαιόδενδρα των σειρών αυτών να αναγεννηθούν με τον τρόπο που αναφέρθηκε πιο πάνω.
Κλάδεμα παγετόπληκτων δέντρων
Συνήθως μετά από ισχυρό παγετό (-8οC έως –9,5οC) παρατηρείται έντονη φυλλόπτωση, σχίσιμο του φλοιού και μερικές φορές ξήρανση των βραχιόνων, κλάδων και βλαστών. Πιο ευαίσθητα στον παγετό είναι τα δένδρα εκείνα που κλαδεύτηκαν αυστηρά πριν από τον παγετό, συγκριτικά με τα ακλάδευτα ή ελαφρά κλαδεμένα. Οι μεγαλύτερες ζημιές παρατηρούνται σε ελαιόδενδρα, τα οποία αναπτύσσονται σε ελαφρά εδάφη και έχουν δεχθεί νωρίς κλάδεμα και αζωτούχα λίπανση, όταν ο παγετός σημειωθεί στις αρχές με μέσα Μαρτίου. Και αυτό, γιατί τα δένδρα αυτά βλαστάνουν νωρίτερα από εκείνα που αναπτύσσονται σε βαριά εδάφη και δεν έχουν δεχθεί έγκαιρα κλάδεμα και λίπανση.
Η επίδραση της φυλλοπτώσεως από το παγετό είναι παρόμοια εκείνης του αυστηρού κλαδέματος. Σε τέτοιες περιπτώσεις νέα βλάστηση εκπτύσσεται από μη ζημιωθέντες οφθαλμούς αργά την άνοιξη. Αν λοιπόν σε μια τέτοια περίπτωση επιχειρήσουμε να αφαιρέσουμε νωρίς τη ζημιωθείσα βλάστηση, ενδέχεται να αφαιρέσουμε και υγιή βλάστηση, που μπορεί να καρποφορήσει την επόμενη περίοδο. Γι’ αυτό μετά από ισχυρό παγετό τα δένδρα αφήνονται ακλάδευτα μέχρι τον Ιούνιο ή Ιούλιο, οπότε και γίνεται το ενδεδειγμένο κλάδεμα. Συνίσταται όμως μετά από παγετό η διενέργεια ψεκασμού με βορδιγάλειο πολτό για την αντιμετώπιση ενδεχόμενης προσβολής των ελαιοδένδρων από το βακτήριο της φυματιώσεως. Επίσης συνίσταται τα ελαιόδενδρα, που επέστησαν ζημιά από πυρκαγιές, να κλαδεύονται μετά την πλήρη εκβλάστησή τους για να καταστεί δυνατός ο διαχωρισμός του ζημιωθέντος ή μη ξύλου της ελιάς.
Διαφορετικοί στόχοι
Εκτός από τις γενικές αρχές που περιγράφονται παραπάνω είναι τόσο πολλοί οι παράγοντες που καθορίζουν το κατάλληλο κλάδεμα, που μπορεί κάθε δέντρο του ίδιου χωραφιού να χρειάζεται διαφορετικό χειρισμό. Επομένως, απαιτείται εμπειρία και καλή γνώση της φυσιολογίας του δέντρου.
Συνοπτικά, οι στόχοι είναι:
✓ Η βελτίωση της παραγωγής των ελαιοδέντρων (ποσότητα, ποιότητα, σταθερότητα)
✓ Η μείωση του κόστους παραγωγής (διευκόλυνση της συγκομιδής)
Για να πετύχουμε τους συγκεκριμένους στόχους, οι προτάσεις είναι:
- Επαναδιαμόρφωση του δέντρου την πρώτη χρονιά και αλλαγή του σχήματος της κόμης έτσι ώστε το φύλλωμα να εκτίθεται στον ήλιο και να είναι φωτοσυνθετικά πιο παραγωγικό.
- Στα επόμενα έτη, ηπιότερες επεμβάσεις έτσι ώστε να διορθωθούν επιμέρους στοιχεία αλλά και να διατηρηθεί η κόμη του δέντρου σε κατάσταση τακτικής ικανοποιητικής παραγωγής, με το μέγιστο ύψος να μην ξεπερνάει τα 4 μέτρα, ώστε να διευκολύνεται η συγκομιδή και να μειώνεται το κόστος.
- Κλαδεύουμε στα τέλη του χειμώνα, εκτός αν υπάρχει ιστορικό παγετού, όπου συνιστάται η υλοποίηση του κλαδέματος τον Μάρτιο, έτσι ώστε να περιοριστεί ο κίνδυνος ζημιάς στη νέα βλάστηση αν συμβεί κάποιος όψιμος παγετός.
- Χρησιμοποιούμε μηχανικό αλυσοπρίονο για ταχύτερο κλάδεμα και χαμηλότερο κόστος, εκτός αν ο κλαδευτής κλαδεύει εξίσου γρήγορα με πριόνι χειρός, οπότε έτσι μειώνεται η χρήση ορυκτών καυσίμων και η εκπομπή αερίων του θερμοκηπίου.
- Απολυμαίνουμε τακτικά τα εργαλεία, ειδικά αφού κλαδευτεί κάποιο δέντρο με συμπτώματα ή ενδείξεις ασθένειας όπως βακτηριακός καρκίνος, ίσκα, βερτισιλλίωση. Για την αποφυγή μετάδοσης ασθενειών, δεν κλαδεύουμε τις βροχερές μέρες και ψεκάζουμε με χαλκό μετά το κλάδεμα.
- Διατηρούμε περισσότερη πλαγιόκλαδη βλάστηση, περιορίζουμε τους λαίμαργους βλαστούς, έτσι ώστε να αποφύγουμε τη σκίαση μεταξύ των κλαδιών και να διατηρείται μια ισορροπία μεταξύ βλάστησης, που φέρει καρποφορία την τρέχουσα χρονιά, και νέας βλάστησης ,που θα καρποφορήσει την επόμενη χρονιά.
Μην ξεχάσετε να επισκεφθείτε το e-shop μας και να ενημερωθείτε για τα διαθέσιμα αλυσοπρίονα, πριόνια χειρός αλλά και τους βιοθρυμματιστές για την διαχείριση των υπολειμμάτων του κλαδέματος. Επικοινωνήστε με τα καταστήματά μας και το εξειδικευμένο προσωπικό μας θα σας βοηθήσει να βρείτε το εργαλείο που σας ταιριάζει.
Σταυριανάκης Γιώργος
MSc, BSc Γεωπόνος
PhD Candidate
Πηγές:
- Γιώργος Κουμπούρης, Γεωπόνος – ερευνητής, υπεύθυνος Εργαστηρίου Ελαιοκομίας Ινστιτούτο Ελιάς, Υποτροπικών & Αμπέλου Χανίων,
Ελληνικός Γεωργικός Οργανισμός «ΔΗΜΗΤΡΑ». - “Το κλάδεμα της ελιάς”, που δημοσιεύτηκε στο τεύχος 32 του περιοδικού “Ελιά & Ελαιόλαδο”
- Ποντίκης Κωνσταντίνος, Ειδική Δενδροκομία Ελαιοκομία, Εκδόσεις Σταμούλη