Η κολίτιδα Χ είναι αγνώστου αιτιολογίας οξεία ή υπεροξεία φλεγμονή του παχέος εντέρου και χαρακτηρίζεται από αιφνίδια εμφάνιση υδαρούς σύστασης διάρροιας και υποβολαιμικής καταπληξίας, που συνήθως οδηγεί σε θάνατο του ίππου σε διάστημα μικρότερο των 24 ωρών.
Ο καθορισμός του υπεύθυνου αιτιολογικού παράγοντα συχνά είναι αδύνατος και η πρόγνωση της νόσου επιφυλακτική έως κακή, καθώς η θνησιμότητα είναι υψηλή και φθάνει στο 90-100% των περιπτώσεων. Ωστόσο, αυτή μπορεί να μειωθεί στο 75%, εάν οι ίπποι υποβληθούν σε άμεση και εντατική θεραπεία. Κατά καιρούς η νόσος έχει αποδοθεί σε ιούς, παράσιτα, βακτιρίδια, χρήση αντιβιοτικών ή σουλφοναμιδών ή σε δηλητηρίαση από βαρέα μέταλλα. Η καταπόνηση των ίππων έχει θεωρηθεί ότι αποτελεί προδιαθετικό ή αιτιολογικό παράγοντα για την εκδήλωση της κολίτιδας Χ. Τα συμπτώματα στην κολίτιδα Χ είναι παρόμοια των άλλων τύπων οξείας- υπεροξείας κολίτιδας.
Ειδικότερα, κατά την κλινική εξέταση διαπιστώνεται διάρροια και κοιλιακός πόνος, ενώ συγχρόνως παρατηρείται ταχυκαρδία, ταχύπνοια, ασθενής ή/και νηματοειδής σφυγμός και συμφορημένοι ή κυανωτικοί βλεννογόνοι με μεγάλη αύξηση του χρόνου επαναπλήρωσης των τριχοειδών. Συνήθως από κολίτιδα Χ προκαλείται θάνατος σε χρονικό διάστημα 4 έως 24 ωρών.
Η εργαστηριακή εξέταση αποκαλύπτει λευκοπενία, η οποία αρχικά χαρακτηρίζεται από ουδετεροπενία και στη συνέχεια μετατρέπεται σε ουδετεροφιλία. Επιπλέον, διαπιστώνεται αιμοσυμπύκνωση με αύξηση της τιμής του αιματοκρίτη, ενώ οι ολικές πρωτεΐνες αρχικά αυξάνουν, για να μειωθούν στη συνέχεια. Χαρακτηριστικό εργαστηριακό εύρημα στην κολίτιδα Χ είναι η αύξηση της συγκέντρωσης της κορτιζόλης στο πλάσμα του αίματος. Κατά τη νεκροψία αποκαλύπτονται αιμορραγίες, νεκρώσεις και ινωδοαιμορραγικό εξίδρωμα στον εντερικό βλεννογόνο, ενώ ο υποβλεννογόνιος χιτώνας και ο μυϊκός χιτώνας, όπως επίσης και τα επιχώρια λεμφογάγγλια. είναι οιδηματικά.
Η θεραπεία της κολίτιδας Χ θα πρέπει να είναι άμεση και επιθετική. Σε αυτήν περιλαμβάνεται η χορήγηση υγρών, ηλεκτρολυτών, πλάσματος, αντιφλεγμονωδών και αναλγητικών φαρμάκων, καθώς και αντιβιοτικών. Η αντιμετώπιση της αφυδάτωσης αποτελεί άμεση θεραπευτική προτεραιότητα. Επίσης, είναι αναγκαία η εφαρμογή διαιτητικών μέτρων. Ειδικότερα, μπορεί να χρησιμοποιηθεί εντερική ή παρεντερική διατροφή για την αντιμετώπιση του υπέρμετρου καταβολισμού των ζώων. Τέλος, η χορήγηση προβιοτικών θεωρείται επωφελής για την αποκατάσταση της φυσιολογικής χλωρίδας του εντέρου. Τα συνηθέστερα χρησιμοποιούμενα προβιοτικά στην πράξη περιέχουν Lactobacillus spp. και Bifidobacterium spp.
Ν. Διακάκης, DVM, PhD, Λέκτορας Κτηνιατρικής Σχολής Α.Π.Θ. Αλληλογραφία: Ν. Διακάκης |
Leave a reply